Σκοπός μας δεν είναι να ξύσουμε πληγές, ούτε να εξάψουμε μίση και πάθη, αλλά να ρίξουμε άπλετο φως σε σημαντικά γεγονότα της Ιστορίας μας.

Λαός ο οποίος δεν γνωρίζει το παρελθόν του και δεν τιμά τους προγόνους του και τον τόπο που γεννήθηκε δεν έχει μέλλον.

 

Αφιερώνουμε αυτή τη Σελίδα ως ελάχιστο φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στους Ήρωες που έχυσαν το αίμα τους η έχασαν τη ζωή τους υπερασπιζόμενοι τη Δημοκρατία, την εδαφική ακεραιότητα της Πατρίδος μας και τις ατομικές ελευθέριες που απολαμβάνουμε σήμερα όλοι μας.

 

Κάποιοι σύνδεσμοι λόγο μεταφοράς αρκετών σελίδων από το Pathfinder  δεν λειτουργούν, ζητούμε συγγνώμη για την αναστάτωση θα αποκατασταθούν

 

 

Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Καραϊσκάκης – Θάνατος στη μάχη ή δολοφονία από ελληνικό χέρι;

Καραϊσκάκης – Θάνατος στη μάχη ή δολοφονία από ελληνικό χέρι;


Ο θάνατος του Γεωργίου Καραϊσκάκη καλύπτεται από διαφορετικές αφηγήσεις και φήμες για το τι πραγματικά συνέβη. Φήμες ότι ο θάνατός του προήλθε από φίλια πυρά ή και ότι ήταν προϊόν οργανωμένου σχεδίου. Παρακάτω παρουσιάζουμε μια έρευνα του Άρη Χατζηστεφάνου για τις συνθήκες θανάτου του Γεωργίου Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια του προϊσταμένου της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών Φίλιππου Κουτσάφτη και του ιστορικού Διονύση Τζάκη και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Κ» της Καθημερινής στις 21 Μαρτίου του 2010.


Γεώργιος Καραϊσκάκης, έργο του Karl Krazeisen.
[...] Ίσως ήμουν από τους λίγους ανθρώπους που δέχτηκαν με τόση χαρά και κυρίως ανακούφιση μια πρόσκληση στην ιατροδικαστική υπηρεσία. Παλαιότερα ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι, αν ζητούσα από τον μεγαλύτερο ιατροδικαστή της χώρας ένα «πόρισμα» για τις συνθήκες θανάτου του Γεωργίου Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου, θα μου έκλεινε το τηλέφωνο. Ποιος τολμάει να ενοχλήσει τον προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών για μια υπόθεση που έκλεισε το 1827;  Ο Φίλιππος Κουτσάφτης, όμως, δέχτηκε με ενθουσιασμό την πρόταση. Για την ακρίβεια, αντέδρασε λες και περίμενε εδώ και καιρό μια ευκαιρία για να συνδυάσει τις δύο αγαπημένες του ασχολίες, τη μελέτη της Ιστορίας και την ιατροδικαστική.
Για το συγκεκριμένο πόρισμα, βέβαια, δεν απαιτούνταν η παρουσία του στον τόπο του συμβάντος. Το πτώμα είχε μεταφερθεί από την πρώτη στιγμή στη Σαλαμίνα, ενώ οι συνεχείς επιχωματώσεις στο Νέο Φάληρο είχαν αλλάξει οριστικά τη γεωγραφία του εδάφους στην περιοχή. Παρ’ όλα αυτά, πριν τον συναντήσω, αποφάσισα να επιθεωρήσω μόνος μου τον «τόπο του εγκλήματος»… Δευτέρα πρωί και βρίσκομαι σταματημένος στο φανάρι έξω από το κτίριο της «Καθημερινής», κοντά στις εκβολές του Κηφισού.
Τον Απρίλιο του 1827 είχαν στρατοπεδεύσει εδώ ισχυρές δυνάμεις του Κιουταχή. Απένα­ντί τους, προς την πλευρά της Καστέλλας, οι άντρες του Καραϊσκάκη ετοιμάζονταν για μία από τις σημαντικότερες μάχες της Ελληνικής Επανάστασης. Για πρώτη φορά, ύστερα από σειρά αποτυχιών που κορυφώθηκαν με την πτώση του Μεσολογγίου, ο «γιος της καλογριάς» είχε αρχίσει να αντιστρέφει το αρνητικό κλίμα.
Για τη συγκεκριμένη μάχη στο Φάληρο, όμως, είχε ένα πολύ κακό προαίσθημα. Πίστευε ότι οι δύο Βρετανοί αξιωματικοί, που είχαν οριστεί αρχηγοί όλων των δυνάμεων της Αττικής – ο Τσωρτς για το στρατό ξηράς και ο Κόχραν για το ναυτικό – τον οδηγούσαν σε βέβαιη σφαγή. Αυτοί ήθελαν ολομέτωπη σύγκρουση τακτικού στρατού, όπως τους είχαν μάθει στις στρατιωτικές ακαδημίες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Αυτός, όπως εξηγούσε και ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς, «ήθελε να εφαρμόσει τη δοκιμασμένη παρτιζάνικη τακτική της παρενόχλησης του εχθρού».

Ποιος τράβηξε τη σκανδάλη;

Τελικά δεν έζησε μέχρι την ημέρα της μάχης για να δει την πανωλεθρία των ελληνικών δυνάμεων. Στις 22 Απριλίου του 1827, μια σφαίρα τον πέτυχε στη βουβωνική χώρα ενώ προσπαθούσε να ελέγξει μια ασήμαντη συμπλοκή με τις τουρκικές δυνάμεις, λίγες ώρες πριν από την προγραμματισμένη μεγάλη επίθεση.
Ποιος τράβηξε όμως τη σκανδάλη, αφαιρώντας τη ζωή του Αρβανίτη αρχιστράτηγου; Από τις πρώτες ώρες του θανάτου του, κυκλοφόρησε έντονη φημολογία πως ο δράστης ήταν Έλληνας. Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο ιστοριοδίφης που επιμελήθηκε τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, υποστηρίζει ότι τον πυροβόλησαν πληρωμένοι μπράβοι του Μαυροκορδάτου. Την ίδια θεωρία φαίνεται να ασπάζεται και ο Δημήτρης Φωτιάδης, ο οποίος όμως εκτός από τον Μαυροκορδάτο βλέπει σαν ηθικούς αυτουργούς τους δύο Βρετανούς αξιωματικούς.
Γράφει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του με τίτλο «Καραϊσκάκης»:
 «Ο Κόχραν κι ο Τσωρτς, μέσα στις λίγες ημέρες που βρί­σκονταν στον Πειραιά, κατάλαβαν πως ένας είχε τη δύναμη να αντιταχθεί στα σχέδιά τους, ο Καραϊσκάκης. Η εντολή που είχανε πάρει ήταν να πνιγεί η επανάσταση στη Στερεά, για να μπορέσει η Αγγλία να πετύχει το διπλωματικό της παιχνίδι, τον περιορισμό δηλαδή του απελευθερωτικού κινήματος του Μοριά, για να ‘χει το μικρό, αδύναμο και μισοανεξάρτητο ναυτικό κράτος που θα δημιουργούνταν κά­τω από τον έλεγχό της. (…) Ο Καραϊσκάκης έπεσε θύμα της εγγλέζικης πολιτικής στην Ελλάδα και εμπνευστές της σατανικιάς δολο­φονίας του στάθηκαν ο Κόχραν, ο Τσωρτς κι ο Μαυροκορδάτος».

Σύμφωνα μάλιστα με τον αγωνιστή Νι­κόλαο Κασομούλη, ο ίδιος ο Καραϊσκάκης, λίγες ώρες πριν πεθάνει, άφησε να εννοηθεί ότι γνωρίζει τους δράστες. Δίνοντας μάλιστα ένα από τα γνωστά ρεσιτάλ βωμολοχίας, είπε στους συναγωνιστές του: « Γνωρίζω τον αίτιον, και αν ζήσω παίρνομεν όλοι το χάκι (εκδίκη­ση), ειδέ και πεθάνω, ας μου κλάσει τον π…….. και αυτός».
Παρ’ όλα αυτά, νεότεροι ερευνητές και ιστορικοί είναι πολύ επιφυλακτικοί στο να μιλήσουν για δολοφονία και πολύ περισσότερο να αποδώσουν ευθύνες στο Λονδίνο. Ο «φάκελος Καραϊσκάκης» λοιπόν έπρεπε να ανοίξει και πάλι. Και όπως κάθε καλή αστυνομική έρευνα, ξεκινά από το γραφείο του ιατροδικαστή.

Χτυπήθηκε από ψηλά

«Βλέπετε, έχουμε και εμείς το μικρό μας CSI», μου είπε γελώντας ο Φίλιππος Κουτσάφτης, καθώς με ξεναγούσε στα εργαστήρια της υπηρεσίας. Στο γραφείο του κοιτάξαμε και πάλι μαζί το κείμενο του Δημήτρη Φωτιάδη για τις συνθήκες θανάτου του Καραϊσκάκη, το οποίο περιλαμβάνει τις περισσότερες λεπτομέρειες και συνηγορεί με αντίστοιχες αφηγήσεις του Κασομούλη. Αφού μου επανέλαβε για πολλοστή φορά ότι με τα υπάρχοντα στοιχεία μπορεί να γίνει μόνο μια «ιατροδικαστική προσέγγιση», που θα παρουσιάζει όλες τις πιθανές εκδοχές, ο ιατροδικαστής ανέτρεξε στο κείμενο που είχε ετοιμάσει.

Η περιγραφή της δολοφονίας (Κείμενο του λόγιου Δημήτρη Φωτιάδη)

«Ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στο κέντρο της καβαλαρίας μας, περιτριγυρισμένος ολούθε από δικούς μας. Και να, τρώει ένα βόλι στο βουβώνα από τα πλάγια κι ομπρός, από τ’ αριστερά προς τα δεξιά κι από πάνω προς τα κάτω. Πέφτει από τ’ άλογο. Τρέχουν οι καβαλάρηδες μας να τον συντρέξουν.
- Δεν είναι τίποτα! Τους φωνάζει και μ’ όση δύναμη τ’ απόμενε ξανακαβαλικεύει. Πισωδρομούνε σιγά και μ’ όλη την τάξη. Μα, σαν έφτασαν εκεί όπου έπειτα στήσανε το μνημείο του, πίσω από το σημερινό σταθμό του ηλεκτρικού σιδεροδρόμου στο Νέο Φάληρο, δεν μπορεί πια να κρατηθεί πάνω από το άλογο και ξεπεζεύει. Του λένε να τον πάνε σηκωτό, μ’ αυτός αρνιέται. Δε θέλει να τρομάξει το ασκέρι πως είναι του θανατά. Αυτός μπροστά κι ολόγυρα του καπεταναίοι, μπουλούξηδες και παλικάρια ξεκινάνε με τα πόδια, όσο που με την απαλάμη του κρατάει τη λαβωματιά του. Αφού ανέβηκαν τον ανήφορο, τονε συμβουλεύουνε να πάγει πάνω στα καράβια, για να ‘χει πιότερη φροντίδα κι ησυχία να τονε δούνε οι γιατροί.
- Ένα πράμα μονάχα σας παρακαλώ, μην αφήσετε Φράγκο γιατρό να ‘ρθει κοντά μου. (…) Τούτη τη φορά μονάχα δεν ήθελε να πέσει στα χέρια των Φράγκων γιατρών, γιατί, όπως θα δούμε, σχημάτισε την πεποίθηση πως δεν χτυπήθηκε από τους Τούρκους, μα δολοφονήθηκε και φοβήθηκε μην τον αποτελειώσουν οι γιατροί του Κόχραν και του Τσωρτς».

Το «πόρισμα» του ιατροδικαστή (Του Φίλιππου Κουτσάφτη)

Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά ιατροδικαστικά κενά, με κάθε επιφύλαξη μπορούμε να εξαγάγουμε τα εξής συμπεράσματα:
Πρώτον, η πύλη εισόδου του τραύματος είναι η αριστερή βουβωνική χώρα.
Δεύτερον, η βολίδα είχε φορά από μπροστά αριστερά και άνω, προς τα πίσω δεξιά και κάτω. Τρίτον, το θύμα, σαν στόχος, ήταν πολύ δύσκολος εκ των έξω, καθώς περιστοιχιζόταν από συντρόφους του που ήταν και αυτοί πάνω σε άλογα.
Τέταρτον, ο πυροβολισμός πρέπει να έγινε από διαφορετικό ύψος. Στο σημείο αυτό, διακρίνουμε δύο περιπτώσεις: α) Εάν έγινε από μεγάλη απόσταση, τότε ο σκοπευτής πρέπει να ήταν σε κάποιο δέντρο ή σε κάποια μάντρα, θα λέγαμε δηλαδή σήμερα ότι ήταν ένας ελεύθερος σκοπευτής, β) εάν έγινε από μικρή απόσταση, πρέπει να τον πυροβόλησε κάποιος από τον περίγυρό του, με την προϋπόθεση κατά τη στιγμή του πυροβολισμού να είχε σηκωθεί όρθιος πάνω στο άλογο. Δηλαδή, δεν πυροβόλησε καθήμενος.
Και οι δύο εκδοχές στηρίζονται, δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε την απόσταση του πυροβολισμού. Βέβαια, δεν μπορεί να αποκλειστεί και η εκδοχή του αποστρακισμού της σφαίρας σε κάποια επιφάνεια.
Παρουσιάζουμε τρεις εκδοχές, γιατί δεν γνωρίζουμε την απόσταση και την κατάσταση του πυρο­βολισμού και, φυσικά, δεν είδαμε το τραύμα. Μου έκανε, πάντως, ιδιαίτερη εντύπωση αυτό ακριβώς που γραφείο Φωτιάδης, ότι ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στο κέντρο και ήταν «περιτριγυρισμένος ολούθε από δικούς μας».
Θα πρέπει, τέλος, να σημειωθεί το εξής: Το γεγονός ότι ανέβηκε και πάλι στο άλογο του, όπως αναφέρεται, συνηγορεί στο ότι το τραύμα δεν ήταν άμεσα θανατηφόρο, άρα, μπορεί να ήταν πράγματι στη βουβωνική χώρα. Σημειώθηκε, δηλαδή, αιμορραγία για μεγάλο χρονικό διάστημα, πριν πεθάνει, οπότε πράγματι ήταν σε θέση να συζητεί ακόμη και να αρνείται να τον δουν ξένοι γιατροί.
Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία, γνωρίζουμε ότι ο Καραϊσκάκης ήταν έφιππος, η πύλη εισόδου του τραύματος και η φορά της βολίδας συνηγορούν στο ότι χτυπήθηκε από υψη­λότερο σημείο – κατά πάσα πιθανότητα ο δράστης ήταν όρθιος επάνω σε άλογο. Κρίνοντας από το γεγονός ότι ο Καραϊσκάκης κατάφερε να ιππεύσει και πάλι, ο Κουτσάφτης υποστηρίζει ότι το τραύμα μπορεί πράγματι να ήταν στη βουβωνική χώρα και να μην ήταν άμεσα θανατηφόρο. Εάν δεχτούμε λοιπόν ως ακριβείς τις περιγραφές του Κασομούλη και του Φωτιάδη, η ιατροδικαστική εξέταση αφήνει πολύ μεγάλες πιθανότητες ο Καραϊσκάκης να δολοφονήθηκε πραγματικά από Έλληνες. Τα στοιχεία όμως, όπως θα έλεγαν και οι ήρωες του CSI, δεν μπορούν ακόμη να σταθούν στο δικαστήριο εάν δεν εντοπίσουμε και το κίνητρο της δολοφονίας.

Οι πιθανοί δράστες

Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ο Καραϊσκάκης καταστρέφει τους Τούρκους κατά την Αράχοβαν. Peter Von Hess.
Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ο Καραϊσκάκης καταστρέφει τους Τούρκους κατά την Αράχοβαν. Peter Von Hess.
Έπρεπε για άλλη μία φορά να απευθυνθούμε στους ειδικούς. Και ίσως κανένας δεν έχει ασχοληθεί τα τελευταία χρόνια τόσο εντατικά με τη ζωή του Καραϊσκάκη όσο ο Διονύ­σης Τζάκης, ιστορικός και συγγραφέας του Λευκώματος με τίτλο «Γεώργιος Καραϊσκάκης».
Η λίστα των πιθανών «υπόπτων» που μου παρέθεσε ο Έλληνας καθηγητής, των ανθρώπων δηλαδή που «ευχήθηκαν και ίσως επιδίωξαν το θάνατο του Καραϊσκάκη στη διάρκεια της επανάστασης», είναι ιδιαίτερα μεγάλη: « Αγραφιώτες που δεν τον ήθελαν στρατιωτικό αρχηγό στην επαρχία τους, ανταγωνιστές στρατιωτικοί και πολιτικοί που αντιπαρατέθηκαν σκληρά μαζί του, ιδίως το 1822 – 1824. Επίσης, αρκετοί επιθυμούσαν να απομακρυνθεί από την κορυφή της στρατιωτικής ιεραρχίας το 1826 – 1827. Επειδή διαφωνούσαν με τα πολεμικά του σχέδια, με τον τρόπο που διοικούσε, με τις προτεραιότητες που έθετε, επειδή θεωρούσαν άλλον καταλληλότερο ή έτρεφαν προσωπικές φιλοδοξίες ».
Παρ’ όλα αυτά, ο Διονύ­σης Τζάκης απεκδύεται πεισματικά το ρόλο του ιστορικού-αστυνόμου. «Ο ιστορικός», μας λέει, «δεν είναι αστυνομικός ή ανακριτής να διερευνά υποθέσεις αναζητώντας “κίνητρα” και πιθανούς “ενόχους”. Δεν αξιολογεί γεγονότα ή πρόσωπα για όσα έκαναν ή δεν έκαναν, για όσα θα έπρεπε κατά τη γνώμη του να είχαν κάνει ή να είχαν αποφύγει, και μάλιστα με κριτήριο τις δικές του μεταγενέστερες ιδέες και αντιλήψεις για το τι είναι σωστό και τι λάθος, εθνικά, ηθικά, δικονομικά ».
Κάθε προσπάθεια λοιπόν για την ανεύρεση της αλήθειας θα σκοντάφτει σε ανυπέρβλητα εμπόδια εάν δεν λαμβάνει υπόψη τον ιστορικό χωροχρόνο των γεγονότων. Ούτως η άλλως, μας λέει ο Διονύ­σης Τζάκης, «όπως όλες οι σύγχρονες επαναστάσεις, έτσι και η ελληνική συνυφαίνεται με πολιτικές διαφωνίες, αντιπαραθέσεις και βίαιες εσωτερικές συγκρούσεις, καθώς οι Έλληνες πολεμούσαν για να απαλλαγούν από τους Οθωμανούς και, συγχρόνως, δημιουργούσαν μια πρωτόγνωρη (και ριζικά διαφορετική από την οθωμανική) μορφή πολιτικής οργάνωσης, το εθνικό κράτος».
Ακόμη όμως και «οι φήμες ότι δολοφονήθηκε», επισημαίνει ο Έλληνας ιστορικός, «μας βοηθούν να κατανοήσουμε το πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα της εποχής, αλλά και τους τρόπους πρόσληψης του θανάτου του από τους σύγχρονους του. Μάλιστα, οι εν λόγω φήμες προικίζουν το μύθο του ήρωα Καραϊσκάκη με ένα οικουμενικό μοτίβο, όπου ο ήρωας δεν είναι δυνατόν να καταβληθεί και να πεθάνει, παρά μόνο ως αποτέλεσμα κάποιας προδοσίας, συνωμοσίας κ.λπ.».
Ίσως, τελικά, το μόνο που μπορούμε να πούμε σήμερα με βεβαιότητα είναι ότι οι επιπτώσεις από την αναγγελία του θανάτου του και η στρατιωτική πανωλεθρία στη μάχη του Φαλήρου είναι δραματικές σε όλα τα μέτωπα. «Την ψυχολογική αυτή στιγμή, που τα πάντα έδειχναν να καταρρέουν μέσα σε ένα κλίμα τρόμου», θα γράψει ο Τάσος Βουρνάς, «θέλησε να εκμεταλλευτεί ο Ιμπραήμ για να προσεταιριστεί τους καπεταναίους της Ρούμε­λης». Και του Μοριά.
Με πρώτο τον Δημήτρη Νενέκο, αρκετοί οπλαρχηγοί συνθηκολογούν – προχωρούν σε αυτό που θα μείνει στη λαϊκή συνείδηση ως «προσκύνημα». Θα χρειαστεί να ακουστεί βροντερή η φωνή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη για να σταματήσει η ολοκληρωτική συνθηκολόγηση και να σωθεί τελικά η επανάσταση: «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους».

Ο Καραϊσκάκης και το spread δανεισμού

Ένα από τα σενάρια που επανέρχονται πεισματικά στην επιφάνεια σχετικά με το θάνατο του Καραϊσκάκη, αναφέρεται στο ρόλο που έπαιξε το Λονδίνο στα τελευταία χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης. Ακόμη και ιστορικοί που απορρίπτουν κατηγορηματικά τις εικασίες του Φωτιάδη για σχέδιο δολοφονίας του Έλληνα ήρωα από τους Κόχραν και Τσωρτς, συμφωνούν ότι η στρατηγική που του πρότειναν στη μάχη του Φαλήρου ισοδυναμούσε με αυτοκτονία.
Γιατί όμως ο Καραϊσκάκης, ο οποίος είχε οριστεί αρχιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδας με τη σύμφωνη γνώμη ακόμη και ορκισμένων εχθρών του όπως ο Ζαΐμης, υποτάχθηκε στις εντολές των Βρετανών; Στο βιβλίο του «Ο θάνατος του Καραϊ­σκάκη», ο δημοσιογράφος Δημήτρης Σταμέλος αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στις σχέσεις υποτέλειας που είχαν δημιουργήσει στην επαναστατημένη Ελλάδα τα δύο δάνεια που της υποσχέθηκε το Λονδίνο. «Το πρώτο δάνειο», όπως σημείωνε και ο μεγάλος ερευνητής Κυ­ριάκος Σιμόπουλος, «τοκογλυφικό και ανήθικο ως συμφωνία, κατασπαταλήθηκε στον εμ­φύλιο. (…) Το δεύτερο χάθηκε στις κερδοσκοπικές παραγγελίες φρεγατών που δεν έφθα­σαν ποτέ στην Ελλάδα».
Ξένα δάνεια, περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, κερδοσκοπία και… φρεγάτες. Οι λέξεις μοιάζουν βγαλμένες από δημοσιεύματα εφημερίδων των τελευταίων ημερών και όχι από ιστορικά κείμενα για το μακρινό 1821. Κι όμως, οι περισσότεροι ιστορικοί και ακαδημαϊκοί, με τους οποίους μιλήσαμε όλες αυτές τις εβδομάδες, μας προειδοποίησαν να μην καταφύγουμε σε εύκολους και απλοϊκούς παραλληλισμούς. «Κάποιοι είναι έτοιμοι να συνδέσουν το ’21 και το ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων με το spread δανεισμού και τη Γερμανία», μου είπε γνωστός ακαδημαϊκός, που προτίμησε να κρατήσει την ανωνυμία του. Ίσως γιατί, όπως μας εξήγησε και ο Διονύσης Τζάκης, «τα γεγονότα οφείλουμε να τα προσεγγίζουμε μέσα στη δική τους ιστορική συνάφεια».

Πηγή

Τρίτη 23 Απριλίου 2013

Η Μάχη της Αλαμάνας 23 Απριλίου 1821

Μάχη της Αλαμάνας 23 Απριλίου 1821

Τα πρώτα πολεμικά γεγονότα στην ανατολική Στερεά Ελλάδα.
Στην Ανατολική Στερεά μετά την έκρηξη της επανάστασης τον Μάρτιο του 1821 πραγματοποιήθηκαν τρεις σημαντικές μάχες. Στις 23 Απριλίου η μάχη της Αλαμάνας όπου οι Έλληνες υπό την αρχηγία του Διάκου, Δυοβουνιώτη με Πανουργιά με 1500 άνδρες έναντι 8.000 Τούρκων ηττήθηκαν. Στη συνέχεια
στις 8 Μαΐου του 1821 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος αντιστάθηκε με επιτυχία στο Χάνι της Γραβιάς. Τέλος στις 26 Αυγούστου οι δυνάμεις των Τούρκων εξολοθρεύτηκαν στο πέρασμα των Βασιλικών που βρίσκεται στο Καλλίδρομο σε υψόμετρο 570μ. ανάμεσα στα χωριά Ρεγκίνι και Ελάτεια. Η επιτυχία αυτή έδωσε τη δυνατότητα στους Έλληνες της νοτίου Ελλάδας να καταλάβουν την Τρίπολη στις 23 Σεπτεμβρίου του 1821 εδραιώνοντας την επανάσταση.
Η μάχη της Αλαμάνας
Ο Χουρσίτ Πασάς βρισκόταν στην Ήπειρο με εντολή από την Υψηλή Πύλη να καταπνίξει τις ακόρεστες φιλοδοξίες του Αλή Πασά των Ιωαννίνων όταν ξέσπασε το 1821 η επανάσταση στην Πελοπόννησο. Ο Χουρσίτ όρισε τους Κιοσέ Μεχμέτ και Ομερ Βρυώνη για να την καταπνίξουν. Η πορεία των πασάδων προς τη νότια Ελλάδα έπρεπε να περάσει από τις Θερμοπύλες που αποφάσισαν να τις προστατεύσουν οι Έλληνες οπλαρχηγοί λίγες μόνο μέρες μετά της έκρηξη της επανάστασης. Στις 18 Απριλίου του 1821 οι οπλαρχηγοί Διάκος, Πανουργιάς, και Δυοβουνιώτης συναντήθηκαν στο χωριό Κομποτάδες κάτω από τα πέντε αιωνόβια πλατάνια ‘’Τα Πέντε αδέλφια’’ όπως ονομάζονταν, που σήμερα διατηρούνται σαν μνημεία της φύσης.
 
Ο Χουρσίτ πασάς
 
Ο Ομερ Βρυώνης
Οι θυελλώδεις συζητήσεις των οπλαρχηγών κατέληξαν στην μέχρις εσχάτων αντίσταση εναντίον των Τούρκων. Οι τρεις οπλαρχηγοί αποφάσισαν να κλείσουν τον άξονα Γοργοπόταμο, Ηράκλεια, Αλαμάνα.
Αλαμάνα ονομαζόταν τότε ο ποταμός Σπερχειός.
 
Η πλατεία των Κομποτάδων όπου συναντήθηκαν οι τρεις οπλαρχηγοί (Διάκος, Δυοβουνιώτης, Πανουργιάς) και αποφάσισαν την αντίσταση κατά των υπέρτερων τουρκικών δυνάμεων.
 
Το μνημείο στους Κομποτάδες σε ανάμνηση της απόφασης για αντίσταση στις τουρκικές στρατιές.
Στο Γοργοπόταμο ο Δυοβουνιώτης με 400 άνδρες, στην Ηράκλεια ο Πανουργιάς με 400 άνδρες και στην Αλαμάνα ο Διάκος με 500 άνδρες. Οι Τούρκοι προήλασαν με 8.000 άνδρες.
Ο Ομέρ Βρυώνης επιτέθηκε πρώτα στον Δυοβουνιώτη. Ο Δυοβουνιώτης αντικρίζοντας τους Τούρκους υποχώρησε στις πλαγιές της Οίτης αφήνοντας ακάλυπτο τον Πανουργιά στην Ηράκλεια ο οποίος μετά από ηρωική αντίσταση τραυματισμένος μεταφέρθηκε στη Μονή Δαμάστας. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκε και ο επίσκοπος Σαλώνων (Άμφισσα) Ησαιας.
Ο Διάκος έμεινε μόνος του να σταματήσει την τουρκική στρατιά που τον έσφιγγε σαν δαγκάνα καθώς ο Ομέρ Βρυώνης επιτέθηκε χωρίς αντίσταση μέσω Ηράκλειας, ενώ ο Κιοσέ Μεχμέτ ακολούθησε την ευθεία από τη Λαμία (Ζητούνι) προς τις Θερμοπύλες. Οι άνδρες του Διάκου κατέφυγαν σε ένα χάνι που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του Σπερχειού για να σταματήσουν τον Κιοσέ Μεχμέτ ενώ ο Διάκος προσπάθησε ν΄ αντισταθεί στον Ομέρ Βρυώνη. Στην άνιση αυτή μάχη ο Διάκος συνελήφθη και οδηγήθηκε στη Λαμία όπου σουβλίστηκε ζωντανός.
Η ηρωική στάση του Διάκου χαλύβδωσε τη θέληση των Ελλήνων για συνέχιση του αγώνα. Τα λόγια που ξεστόμισε στον Ομέρ Βρυώνη ‘’ Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πέθανω’’ έγιναν θρύλος στις ψυχές των Ελλήνων. Η λαϊκή μούσα έβαλε στο στόμα του τους παρακάτω στίχους:
‘’Για δες καιρό που διάλεξε
ο χάρος να με πάρει
τώρα π΄ ανθίζουν τα κλαριά
και βγάζει η γη χορτάρι’’
ενώ ο Σολωμός έγραψε για τη μάχη της Αλαμάνας
‘’Ω τρακόσιοι ! σηκωθείτε
και ξανάλθετε σε μας
τα παιδιά σας θελ’ ίδείτε
πόσο μοιάζουνε με σας’’
Η μάχη της Αλαμάνας σώθηκε και στη λαϊκή παράδοση
Τρία πουλάκια κάθουνταν ψηλά στη Χαλκωμάτα [1]
τονα τηράει τη Λειβαδιά και τ΄ άλλο το Ζητούνι [2]
το τρίτο το καλύτερο μοιριολογάει και λέει:
‘’Πολλή μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα.
μην ο Καλύβας έρχεται, μην ο Λεβεντογιάννης;
ουτ΄ ο Καλύβας έρχεται ουτ΄ο Λεβεντογιάννης
Ομερ Βρυώνης πλάκωσε με δεκαοχτώ χιλιάδες’’
Ο Διάκος σαν τ΄ αγρίκησε, πολύ του κακοφάνη,
ψιλή φωνή εσήκωσε, τον πρώτο του φωνάζει:
‘’Τον ταιφά [3] μου σύναξε, μάσε τα παλικάρια,
δωσ’ τους μπαρούτι περισσή και βόλια με τις χούφτες,
γλήγορα και να πιάσουμε κάτω στην Αλαμάνα,
που ναι ταμπούρια3 δυνατά κι΄ όμορφα μετερίζια [4]’’.
Παίρνουνε τ΄ αλαφρά σπαθιά και τα βαριά τουφέκια,
στην Αλαμάνα φτάνουνε και πιάνουν τα ταμπούρια,
‘’Καρδιά, παιδιά μου, φώναξε, παιδιά, μη φοβηθείτε,
Σταθήτε αντρειά σαν Έλληνες και σα Γραικοί σταθήτε΄΄
Ψιλή βροχούλα έπιασε κ’ ένα κομμάτι αντάρα,
τρία γιουρούσια έκαμαν τα τρία αράδα αράδα,
έμεινε ο Διάκος στη φωτιά με δεκαοχτώ λεβέντες.
τρεις ώρες επολέμαε με δεκαοχτώ χιλιάδες.
βουλώσαν τα κουμπούρια του κι΄ ανάψαν τα τουφέκια,
κι ο Διάκος εξεσπάθωσε και στη φωτιά χουμάει,
ξήντα ταμπούρια χάλασε κι εφτά μπουλουκμπασήδες [5]
και το σπαθί του κόπηκε ανάμεσα απ΄ τη χούφτα
και ζωντανό τον έπιασαν και στον πασά τον πάνε,
χίλιοι τον παν΄ από μπροστά και χίλιοι από κατόπι
Κι ο Ομέρ Βρυώνης μυστικά στον δρόμο τον ερώτα:
‘’Γίνεσαι Τούρκος Διακο μου, την πίστη σου ν΄ αλλάξεις,
Να προσκυνήσεις στο τζαμί, την εκκλησία ν΄ αφήσεις;’’
Κ’ εκείνος τ’ αποκρίθηκε και στρίφτει το μουστάκι:
‘’Πάτε κ’ εσείς κ΄ η πίστη σας, μουρτάτες [6] να χαθείτε,
εγώ Γραικός γεννήθηκα Γραικός θε ν΄ αποθάνω.
‘’Αν θέλετε χίλια φλουριά και χίλιους μαχμουτιέδες,
μόνο εφτά μερών ζωή θέλω να μου χαρίστε,
όσο να φτάσει ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βάγιας’’.
Σαν τ’ άκουσ’ ο Χαλίλμπεης αφρίζει και φωνάζει:
-Χίλια πουγκιά σας δίνω ’γω κι’ ακόμα πεντακόσια,
το Διάκο να χαλάσετε, το φοβερό τον κλέφτη,
γιατί θα σβήσει την Τουρκιά και όλο μας το ντοβλέτι.
Το Διάκο τότε παίρνουνε και στο σουβλί τον βάζουν,
ολόρθο τον εστήσανε, κι’ αυτός χαμογελούσε.
την πίστη τους τους έβριζε, τους έλεγε μουρτάτες.
’’Σκυλιά κι ά με σουβλίσετε, ένας Γραικός εχάθη
ας είν’ καλά ο Οδυσσεύς κι’ ο καπετάν Νικήτας,
που θα σας σβήσουν την Τουρκιά κι’ όλο σας το ντοβλέτι [7].
1. Τα υψώματα πάνω από τη Δαμάστα προς το Μπράλο
2. Λαμία
3. Στράτευμα ατάκτων
4. Οχυρές θέσεις
5. Επικεφαλής στρατιωτών
6. Ο αλλαξοπιστήσας
7 - Κράτος


Ο κάμπος της Λαμίας από το κάστρο της, την περιοχή Αφανός. Οι τρεις γραμμές δείχνουν την παράταξη των τριών οπλαρχηγών. Ανατολικά ο Διάκος έκλεινε το πέρασμα προς Θερμοπύλες, στο κέντρο ο Πανουργιάς το πέρασμα προς Μπράλο και δυτικά ο Δυοβουνιώτης έκλεινε το πέρασμα προς τα Δύο Βουνά.


Ο κάμπος της Λαμίας και τα στενά των Θερμοπυλών από την αρχαία ακρόπολη της Ανάβρας ή του Καλλιδρόμου.
Με μπλε διακεκομμένη γραμμή η πορεία του Σπερχειού (Αλαμάνα την εποχή της Τουρκοκρατίας). Με κόκκινες διακεκομμένες γραμμές η πορεία των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων. Με κόκκινη, κίτρινη και μπλε γραμμή η διάταξη των τριών Ελλήνων οπλαρχηγών.


Δυοβουνιώτης
Πανουργιάς
Διάκος
Κόκκινα βέλη - Πορεία Κιοσέ Μεχμέτ και Ομέρ Βρυώνη
Στην αριστερή πλευρά του χάρτη το χωριό Κομποτάδες όπου συναντήθηκαν οι τρεις οπλαρχηγοί.
Ο Διάκος προστάτευε το πέρασμα προς Θερμοπύλες. Ο Πανουργιάς το πέρασμα προς Μπράλο που οδηγούσε στην Αμφισσα (Σάλωνα) και ο Δυοβουνιώτης στο Γοργοπόταμο για να εμποδίσει το πέρασμα από τις πλαγιές της Οίτης.
 
 
Η μάχη της Αλαμάνας όπως αποδόθηκε από τους Ζωγράφου- Μακρυγιάννη. Φαίνεται ο Σπερχειός που εκβάλει στη θάλασσα. Οι τουρκικές στρατιές είναι...
 
Η μάχη της Αλαμάνας από πίνακα του Α. Ησαία. Δεξιά οι Τούρκοι και αριστερά οι Έλληνες. Στο μέσο του πίνακα κυλά ο Σπερχειός...
 
"Μάχη του Αθανασίου Διάκου εις τη γέφυρα του Σπερχειού του ποταμού Αλαμάνα μετά των Τούρκων και των οπαδών αυτών το 1821"...

 
Η γέφυρα της Αλαμάνας από γκραβούρα του 1805
 
Η γέφυρα της Αλαμάνας από γκραβούρα του 1805. Στην άκρη δεξιά το χάνι

 
Ο χώρος θυσίας του Διάκου στη Λαμία.
 
Ο χώρος θυσίας του Διάκου στη Λαμία.

 
Ο ανδριάντας του Διάκου στην ομώνυμη πλατεία της Λαμίας
 
Ο ανδριάντας του Διάκου στην ομώνυμη πλατεία της Λαμίας

 
Το μνημείο του Αθανασίου Διάκου στη θέση της μάχης δίπλα στην Εθνική Οδό στο ύψος του Σπερχειού που οδηγεί από τις Θερμοπύλες στη Λαμία.
 
Η γέφυρα και το χάνι της Αλαμάνας από γκραβούρα του 1834 μετά την απελευθέρωση. Οι στρατιώτες είναι Βαυαροί του ‘Οθωνα.
Βιβλιογραφία
Ιστορία του Ελληνικού Εθνους – Εκδοτική Αθηνών
Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας - ‘’Οι μεγάλες μάχες του Ελληνισμού’’
Λαμία. με τη γραφίδα των περιηγητών – Εκδόσεις Οιωνός

Πηγή: http://www.pezoporia.gr/