Συμφωνα με αυτη την εκθεση αξιωματικου για τη μαχη της Οξυνειας (Μεριτσας) στην
περιοχη δρουσε, τουλαχιστον στις αρχες του 43, αντιστασιακη ομαδα της οργανωσης
ΜΙΔΑΣ. Στη μαχη συνεργαστηκε με αντρες του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ
Toυ
Στρατηγού Αριστείδη Μπλούτσου
1. Από τα μέσα Ιανουαρίου 1943 το εις Καλαμπάκαν σταθμεύον Ιταλικόν Τάγμα είχε ζητήσει από την κοινότητα Οξυνείας (Μερίτσας) -όπως και άλλας φοράς κατά το παρελθόν να του αποστείλη αριθμόν σφαγίων και άλλα τρόφιμα διά τας ανάγκας του. Και άλλοτε μεν εστέλλετο η φορολογία αυτή, τώρα όμως η ομάς τον ΕΛΑΣ, η οποία εκυκλοφόρει εις την περιοχήν, απηγόρευσεν την τοιαύτην αποστολήν.
Εις μάτην οι κάτοικοι ικέτευον τους επικεφαλής της Ομάδος Νικ. Ζαραλήν και Αδαμάντιον (Ηλίαν Καφαντάρην) να τους επιτρέψουν την αποστολήν των σφαγίων διά να αποφύγουν τιμωρίας των Ιταλών. Ούτοι όμως ήσαν ανένδοτοι. Μάλιστα τους ηπείλησαν ότι, εάν τυχόν παρέβαινον την διαταγήν των, θα ετιμωρούντο σκληρώς. Και επειδή όλοι τους είχαν πικράν πείραν του τι σημαίνει τιμωρία των ανταρτών του ΕΛΑΣ, επροτίμησαν να παραβούν την διαταγήν τον Ιταλικού Τάγματος και να συμμορφωθούν προς την τοιαύτην των ανταρτών και δεν απέστειλαν εις τους Ιταλούς τα ζητηθέντα τρόφιμα. Την άρνησίν των ταύτην εγνώρισαν εις τους Ιταλούς, οι οποίοι ηπείλησαν ότι θα επιδράμουν εναντίον του χωρίου και θα τιμωρήσουν σκληρώς τους κτηνοτρόφους, οι οποίοι ηρνήθησαν να συμμορφωθούν προς τας διαταγάς των. Άφησαν δε να εννοηθή ότι η επιδρομή των θα εγίνετο την 10ην Φε βρουαρίου 1943, ημέραν τον Αγ. Χαραλάμπους.
2. Η ομάς του ΕΛΑΣ υπό τους Ζαραλήν και Αδαμάντιον και η υπ’ εμέ ομάς του ΜΙΔΑ απεφασίσαμεν να κτυπήσωμεν την Ιταλικήν δύναμιν, η οποία θα επέδραμεν εναντίον του χωρίου. Προς τον σκοπόν αυτόν την πρωίαν της 10ης Φεβρουαρίου 1943 εκινήθημεν και κατελάβαμεν θέσεις ανατολικώς του ποταμού Μύκανη εις την αμέσως μετά την γέφυραν στροφήν. H τοιαύτη θέσις όμως ελάχιστα προσεφέρετο δι’ ενέδραν ανταρτοπολέμου και κατόπιν πολλών συζητήσεων έπεισα τους ομαδάρχας του ΕΛΑΣ να αφήσωμεν την θέσιν ταύτην και να καταλάβωμεν άλλην πλέον κατάλληλον και ασφαλή δι’ ημάς. Πράγματι τάχιστα έλαβε χώραν αναδιάταξις των ομάδων και κατελάβομεν τας νέας θέσεις, εις τας οποίας και παρεμείναμεν καθ’ όλην την ημέραν υπό συνεχή βροχήν. Όταν πλέον είχεν γύρει ο ήλιος και απεκλείετο να κινηθούν Ιταλικαί Δυνάμεις, απεφασίσθη η εγκατάλειψις της θέσεως και η απόσυρσις των δυνάμεων εις κατωκημένους τόπους διά να ξενυχτίσουν και να ζεσταθούν. Ούτω η μεν ομάς του ΕΛΑΣ εκινήθη προς Αγιόφυλλον, η δε υπ’ εμέ ομάς εκινήθη προς την Οξύνειαν, όπου και διανυκτερεύσαμεν.
3. Την νύκτα της 10ης προς την 11ην Φεβρουαρίου 1943 και περί ώραν 3ην πρωϊνήν, ενώ εκοιμώμουν εις την οικίαν μου με εξύπνησεν ο Δημ. Κόντος, ο οποίος μου ανήγγειλεν ότι Ιταλικόν τάγμα έρχεται εναντίον του χωρίου και όπου είναι θα φθάση εις την πλατείαν αυτού.
Πράγματι ολίγον ενωρίτερον Ιταλικόν τάγμα κινούμενον εναντίον της Οξυνείας διήλθεν εκ της θέσεως 18ον χλμ. όπου ήταν το μανδρί του Ιωάν. Μπατζογιάννη. Τούτον αφύπνισαν οι Ιταλοί και τον ερώτησαν διά να πληροφορηθούν ποίος δρόμος ωδήγει προς την Οξύνειαν. O Ιωάννης Μπατζογιάννης τους κατέδειξεν τον δρόμον όμως εφρόντισεν αμέσως να στείλη τον υπάλληλόν του Δημ. Κόντον δι’ άλλου δρόμου εις το χωρίον διά να ειδοποιήση τον υιόν του ιερέα Χρίστον Μπατζογιάννην και τον υποφαινόμενον περί της επιδρομής των Ιταλών ούτως ώστε να αποφύγωμεν την σύλληψίν μας.
‘Ετσι και έγινε. Μόλις ειδοποιήθην εγώ ότι έρχονται οι Ιταλοί, αμέσως έστειλα να κτυπήσουν τας καμπάνας της εκκλησίας -αυτό ήτο το σύνθημα και διά φωνών προέτρεπα τους μεν ενόπλους να κατευθυνθούν και συγκεντρωθούν εις θέσιν Τσούμα Καλογήρου, τα δε γυναικόπαιδα να εκκενώσουν το χωρίον και να κινηθούν προς τα μανδριά και προς τα γύρω χωριά διά να αποφύγουν την σύλληψιν. Πράγματι δε, μέχρις ότου αφίχθη το Ιταλικόν τάγμα και κυκλώσει το χωρίον, ηδυνήθησαν και έφυγαν όλοι οι οπλισμένοι κάτοικοι, οι νέοι και αι νέαι. Εις το χωρίον έμειναν μόνον άτομα μεγάλης ηλικίας και πολύ μικρά παιδιά.
4. Εις Τσούμα Καλογήρου συνεκέντρωσα τους ενόπλους της ομάδος μου προς τους οποίους εισηγήθην και απεφασίσαμεν να προσβάλωμεν τους Ιταλούς κατά την αναχώρησίν των εκ του χωρίου και ότι το πλέον κατάλληλον μέρος διά μιαν τοιαύτην ενέδραν με ελπίδας μιας κάποιας επιτυχίας είναι η περιοχή Βελίκα – 18ον χλμ. Την απόφασίν μας ταύτην εγνωστοποίησα με έκτακτον αγγελιαφόρον τον Θεόδ. Παπάν και εις τους ομαδάρχας του ΕΛΑΣ Ζαραλήν και Αδαμάντιον και τους παρεκάλεσα, εάν ήθελον, να έλθουν εις ενίσχυσίν μου και, εις περίπτωσιν θετικής απαντήσεως, τους ώριζα να έλθουν να με συναντήσουν εις το ‘Υψωμα Τσούμα-Ντόπλη, εις τα μανδριά του Θωμά Πώχου.
Εν τω μεταξύ με τα κυάλια και από πληροφορίας μικρών παιδιών, τα οποία εξήρχοντο απαρατήρητα εκ των Ιταλών, εμανθάνομεν τι γίνεται εντός του χωρίου. Διά να είμεθα δε πλησιέστερον προς το χωρίον και τον χώρον της ενέδρας μετεκινήθημεν και ήλθομεν εις την περιοχήν Σημείον εικόνισμα Σταυρού, απ’ όπου και ηρχίσαμεν αναγνωρίσεις επί τόπου της τοποθεσίας, την οποίαν θα κατελαμβάνομεν, και την πρόχειρον οργάνωσιν ταύτης.
5. Επειδή βασικός παράγων όστις θα καθώριζε την οριστικήν θέσιν της ενέδρας μας ήτο το δρομολόγιον, το οποίον θα ηκολούθουν οι Ιταλοί κατά την αναχώρησίν των, έγραψα έν σημείωμα προς την Ανδρομάχην Ράπτη, νυν σύζυγον Αθαν. Λαγού, το οποίον έκρυψα εις τας πλουσίας πλεξούδας της Βαΐτσας Παπαχρίστου, νύν σύζύγου I. Φλιούκα και της είπα να το πάη εις την οικίαν της Ανδρομάχης και να το δώση εις την ίδια.
Προέκρινα δε την Ανδρομάχην διότι αφ’ ενός εγνώριζε γράμματα, αφ’ ετέρου η οικογένειά της ήτο οργανωμένη εις την οργάνωσιν ΜΙΔΑΣ, και, το σπουδαιότερον, διότι το σπίτι της ήτο το πλέον ακραίον του χωρίου προς το μέρος μου.
Έγραφα δε εις την Ανδρομάχην να πάη η ιδία ή να στείλη την αδελφήν της Πανάγιω, σύζυγον τον Θείου μου Σταμούλη Μπλούτσου τον οποίον αργότερον εφόνευσαν οι κομμουνισταί εις τον Χαρ. Αμερικάνον ή τον πρόεδρον Φώτιον Μπλούτσον ή εις τον Θείον της Στέργιον Τσιλίκην και να προσπαθήση να πληροφορηθή:
α. Ποίαι αι προθέσεις των Ιταλών πού ήλθαν εις το χωριό.
β. Πότε θα φύγουν.
γ. Από ποίον δρομολόγιον θα φύγουν.
6. Το σημείωμα δεν άργησε να φθάση εις τα χέρια της Ανδρομάχης, όπως επίσης δεν άργησε να μας έλθη κατά τας απογευματινάς ώρας, με τον ίδιον τρόπον και με ανγελιαφόρον πλέον την μικράν αδελφήν της Ανδρομάχης Μαριάνθην Ράπτη, και η απάντησις.
Αι πληροφορίαι έλεγον ότι: «Πρόθεσις των Ιταλών ήτο να τιμωρήσουν τούς, τσελιγκάδες του χωρίου διά την μη συμμόρφωσίν των προς την διαταγήν των. Πρόθεσίς των ήτο επίσης να συλλάβουν τον υποφαινόμενον, τον ιερέα και μερικούς προύχοντας του χωρίου ως ομήρους, ώστε εις το μέλλον να συμμορφώνεται το χωρίον εις τας διαταγάς των. Θα ανεχώρουν την επομένην διά την Καλαμπάκα μάλλον διά τον δρομολογίου το οποίον ηκολούθησαν ερχόμενοι εις το χωρίον και το οποίον πράγματι ήτο το πλέον σύντομον, βατόν και γνωστόν σ’ αυτούς». Τας πληροφορίας αυτάς έδωσεν εις την Πανάγιω Μπλούτσου ο Θείος της Κων/νος Μέλλιος.
Καθ’ όλην την ημέραν της 11/2/ 1943 και την πρωΐαν της 12/2/ 1943 οι Ιταλοί ησχολήθησαν με την λεηλασίαν σχεδόν όλων των οικιών του χωρίου, ιδιαιτέρως όμως των κάτωθι: Χαρ. Αμερικάνου, Ιωάν. Μπαντογιάννη, Λάμπρου Μπλούτσου, Αντ. Τασίκα, Κων. Μέλλιου, Γεωργ. Ράπτη, τα οποία εν συνεχεία και την πρωΐαν της 12/2/1943 επυρπόλησαν. Εις την λεηλασίαν και την πυρπόλησιν των ανωτέρω οικιών επρωτοστάτει ο ανθυπασπιστής καραμπινιέρος Φιορεντίνο χρησιμοποιών ως διερμηνέα τον Βασίλειον Λεων. Παπαφιλίππον εκ Καλαμπάκας ενδεδυμένον την Ιταλικήν στολήν καραμπινιέρου. Μάλιστα ο Βασ. Παπαφιλίππου εκτύπησε την γιαγιάν μου Αναστασίαν Λάμπρου Μπλούτσου, όταν προσεπάθησε να εμποδίση τους Ιταλούς, οι οποίοι έβαλαν φωτιά εις το σπίτι μας.
7. Τας απογευματινάς ώρας της 11/2/1943 επέστρεψε ο αγγελιαφόρος που είχα στείλει εις την ομάδα του ΕΛΑΣ και μου έφερε την απάντησιν των Ζαραλή-Αδαμαντίου, η οποία, προς τιμήν των και προς τιμήν της Ελληνικής φυλής, έλεγε ότι θα με βοηθήσουν με όλας τας δυνάμεις εις το κτύπημα των Ιταλών και ότι πριν νυκτώσει θα ευρίσκωνται εις το σημείον συναντήσεως που τους ώρισα. Πράγματι, όπως έγραφον εις το σημείωμα, ήλθον και εκεί τους ανέπτυξα το σχέδιόν μου, το οποίον εν περιλήψει ήτο το κάτωθι:
α. Εάν οι Ιταλοί ηκολούθουν το δρομολόyιον Χωριό – Πουρνάρι – 18ονχλμ.: Θα εστήνομεν ενέδρα εις βάρος των καταλαμβάνοντες την Γραμμήν ΑΒΓΔ από την ανατολικήν πλευράν και ΑΘΗΖ από την δυτικήν πλευράν. Μία δύναμις θα εκρατείτο εφεδρεία κατ’ αρχάς εις Βρύση Κανάρη διά να κλείση τον κλοιόν απ’ το βόρειον μέρος ΖΕΖ όταν όλοι οι Ιταλοί εισήρχοντο εις τον κλοιόν ή να βοηθήση τας δυνάμεις μας να αναδιπλωθούν επί άλλων γραμμών.
β. Εάν οι Ιταλοί ηκολούθουν το δρομολόγιον Χωριό – Μανάρι Μυλωνά-18ον χλμ. H διάταξις θα παρέμενεν ως είχε εις την περίπτωσιν α.
γ. Εάν οι Ιταλοί ηκολούθουν το δρομολόγιον Χωριό – Εικόνισμα Σταυρός -Κανάρη – Βελίκα ή Μπαλιούμα – 18ον χλμ:. Εις την περίπτωσιν αυτήν η μεν ανατολική πλευρά θα εστοιχίζετο από την γραμμήν ΑΒΓΔ η δε δυτική πλευρά από την γραμμήν Α’ΘἨ’Ζ’
δ. Τέλος εάν οι Ιταλοί ηχολούθουν το δρομολόγιον Χωριό – Εικόνισμα Σταυρός – Αμυγδαλιές.: Και εις την περίπτωσιν αυτήν η μεν ανατολική πλευρά θα εστοιχίζετο από την γραμμήν ΑΒΓΔ, η δε δυτική απ’ την γραμμήν Α»Ο»Η»Ζ».
Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η πιο ευνοϊκή δι’ ημάς περίπτωσις είναι να ακολουθήσουν οι Ιταλοί το δρομολόγιον Χωριό – Πουρνάρι – 18ον χλμ. (περίπτωσις 7α) και η ενέδρα να στηθή μεταξύ των γραμμών ΑΒΓΔ και ΑΘΗΖΕ που απαιτεί και ολιγωτέρας δυνάμεις και παρουσιάζει περισσοτέρας πιθανότητας επιτυχίας.
Επρότεινα δε οι μεν δυνάμεις τον ΕΛΑΣ να καταλάβουν και επανδρώσουν την γραμμήν ΑΒΓΔ, οι δε δυνάμεις του ΜΙΔΑ και του ΕΔΕΣ να καταλάβουν και επανδρώσουν την γραμμήν ΑΘΗΖΕΔ.
Τέλος μία εφεδρική δύναμις θα ετηρείτο εις Βρύση Κανάρη διά να κλείση τον κλοιόν εις την γραμμήν ΖΕΔ ή να αναχαιτίση τυχόν μικράν δύναμιν πλαγιοφυλακής που θα απέστελλον οι Ιταλοί επί του δρομολογίου Χωριό -Μουτστάρα – Μανδρί Μυλωνά – 18ο χλμ. διά ασφάλειαν του πλευρού των.
Το Σχέδιόν μου απεδέχθησαν οι Ζαραλής-Αδαμάντιος και, αφού εφάγαμεν ό,τι πρόχειρον βρέθηκε, εφύγαμεν κάθε ένας διά την περιοχήν ευθύνης του διά να εγκαταστήσωμεν τας ενέδρας επί τόπου και να οργανώσωμεν όσον καλύτερον εδυνάμεθα το έδαφος.
Μέχρι της στιγμής ταύτης η ομάς τον Βόκα δεν είχεν εμφανισθεί.
H νύκτα της 11ης προς 12/2/1943 διήλθεν με τους Ιταλούς εντός του χωρίου και ημάς τούς αντάρτας οργανουμένους εις την περιοχήν, όπου θα εδίδαμε την μάχην.
8. Την πρωίαν της 12/2/1943 μας εστάλησαν νεώτεραι πληροφορίαι, αι οποίαι δεν διέφεραν βασικώς από αυτάς της προηγουμένης ημέρας και μας επιβεβαίουν την πληροφορίαν ότι οι Ιταλοί θα έφευγον περί την μεσημβρίαν από το δρομολόγιον Χωριό – Πουρνάρι – 18ο χλμ. πράγμα που μας εγέμισε χαράν, διότι ήτο το δρομολόγιον επί του οποίου εστήριζεν την μεγαλυτέραν επιτυχίαν το Σχέδιόν μας.
Βάσει των πληροφοριών αυτών εβελτιώσαμε την διάταξίν μας, επυκνώσαμε τας γραμμάς της με νέους ενόπλους, οι οποίοι συνεχώς ήρχοντο είτε ομαδικώς είτε μεμονωμένως εκ των γύρω χωρίων και ετίθεντο υπό τας διαταγάς μας.
Περί την 10-ην π.μ. της 12/2/1943 επληροφορήθην ότι αφίχθη και η ομάς του Βόκα εις τον χώρον της μάχης.
Εις τούτον παρήγγειλα να συναντηθή με τους Ζαραλή-Αδαμάντιον, των οποίων τας γραμμάς να ενισχύση και πυκνώση και από τους οποίους θα ενημερώνετο διά το Σχέδιόν μας και δι’ ό,τι είχε γίνει μέχρι της ώρας εκείνης.
Γεγονός πάντως είναι ότι ο Βόκας συνεμορφώθη μεν με όσα του παρήγγειλα σχετικώς με την τοποθέτησιν της ομάδος του, πλην όμως δεν συνηντήθη μαζί μου καθόλου κατά τον χρόνον που εδίδετο η μάχη και μετ’ αυτήν. Προσωπικήν συνάντησιν μετ’ αυτού είχον μόνον μετά εικοσαήμερον, ότε ήμουν με την ομάδα μου εις επισταθμία εις το Κακοπλεύρι και αυτός διήλθεν εκείθεν μεθ’ ενός αντάρτου και τους εφιλοξένησα.
9. Περί την 10ην π.μ. της 12/2/1943 εφάνησαν αι πρώται πυραί εις τας καιομένας υπό των Ιταλών οικίας, ένδειξις ότι ετοιμάζετο η αναγώρησίς των εκ του χωρίου.
Ενημερώσαμε περί τούτον τους αντάρτας τους έβλεπον και οι ίδιοι ήδη συνεστήσαμε ψυχραιμίαν, παρηγγείλαμεν να γίνουν απ’ όλους αι τελευταίαι προετοιμασίαι, να σταματήσουν αι άσκοποι μετακινήσεις διά να μη προδοθώμεν εις τους Ιταλούς και αλληλοευχηθήκαμεν «Καλό βόλι».
Οι Ιταλοί επυρπόλησαν τας οικίας των Κων. Μαλίου, Γ. Ράπτη, I. Μπατζογιάννη, Λάμπρου Μπλούτσου, Χαρ. Λάμπρου, Γ. Μπέλλου και Αντ. Τασίκα.
10. Περι την 12.00 ώραν η φάλαγξ των Ιταλών, αφού επυρπόλησαν όσα σπίτια ανέφερα παραπάνω και επήραν ως ομήρους τούς Φ. Μπλούτσον (πρόεδρον), Ηλ. Μπέλλον, Αθαν. Φλόκαν, Γ. Τασίκαν, Αντ. Τασίκαν, L Μπατζογιάννην, Χαρ. Λάμπρου, Κων. Μέλιον και Γ. Καλτσούδα, εκινήθη διά του δρομολογίου Χωριό – Πουρνάρι – 18ο χλμ. προς Καλαμπάκαν χωρίς ευτυχώς δι’ ημάς να λάβη ουδέ καν στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας (εμπροσθοφυλακή – πλαγιοφυλακή). Εις το τέλος της φάλαγγος εκινούντο περί τα 30 μουλάρια φορτωμένα με τα πλιατσικολογήματα τον χωριού, κυρίως τρόφιμα και ρουχισμόν, ο οποίος απετέλει τας προίκας των κοριτσιών.
Μετά ημίσειαν ώραν η κεφαλή του τάγματος εισήρχετο εις την περιοχήν της στηθείσης ενέδρας και εβάδιζεν εντός αυτής χωρίς καν να αντιληφθή την παρουσίαν εις τα πέρtξ υψώματα πλέον των 300 ενόπλων. Τόση ήτο η πειθαρχία των Ελλήνων και ο περιορισμός των κινήσεών των!
‘Ηδη περί την 14.00 ώραν η κεφαλή του τάγματος έφθανε την γραμμήν ΑΒ και έπρεπε να δοθή το σύνθημα ενάρξεως της μάχης, όπως και εγένετο. Ευτυχώς δι’ ημάς την ώραν εκείνην και η ουρά τον τάγματος επλησίαζε το στόμιον της ενέδρας, ήτοι το σημείον Ε, οπότε και διετάχθη η εις Βρύση Κανάρη εφεδρεία να σπεύση ταχύτατα και καταλαμβάνουσα την γραμμήν ΖΕΔ να κλείση τον κλοιόν της ενέδρας.
Τούτο εγένετο αμέσως ενός διαστήματος 10-15 λεπτών.
O συνθηματικός πυροβολισμός εδόθη από τον υποφαινόμενον εκ του ΣΔ Ύψωμα Τσούμα – Ντόπλη, ακριβώς την 14.08 ώραν της 12/2/1943.
Αμέσως 300 και πλέον ένοπλοι με ατομικά όπλα, οπλοπολυβόλα και όλμους μικρούς έβαλον εναντίον της φάλαγγος του Ιταλικού τάγματος καθ’ όλον αυτής το μήκος και εκ των δύο πλευρών καταιγισμόν πυρός ούτως ώστε οι Ιταλοί ευρεθέντες μεταξύ δύο πυρών δεν ήτο δυνατόν να καλυφθούν από πουθενά. Καθώς δε δεν είχον λάβει και ουδέν μέτρον ασφαλείας -αφ’ ου και τα ατομικά των όπλα είχον επί των υποζυγίων και ουχί ανά χείρα – δεν ημπόρεσαν και να αντιδράσουν.
Πολλοί δε σπεύσαντες να καλυφθούν μακράν των υποζυγίων τα οποία με τον ορυμαγδόν της μάχης διεσκορπίσβησαν – και πολλά ήλθον προς τας γραμμάς μας ευρέθησαν οι Ιταλοί στρατιώται μακράν του οπλισμού των και τελείως άοπλοι. Ούτως ημπορεί να εξηγηθεί το λίαν ευνοϊκόν δι’ ημάς αποτέλεσμα της μάχης.
Από τους πρώτους νεκρούς ήτο ο ανθυπασπιστής της καραμπινιέρος Φερεντίνο, ο οποίος έχων μαζί του ως οδηγόν τον Ηλίαν Μπέλλον και βαδίζων επί κεφαλής της φάλαγγος εφονεύθη επί της γραμμής ΑΒ. Από τους πρώτους εξ άλλου αιχμαλώτους συνελήφθη ο Βασίλειος Παπαφιλίππου, ο οποίος ωδηγήθη και εκρατήθη εντός τον κτηρίου του Σιδηροδρομικού Σταθμού.
Η μάχη συνεχίσθη αμείωτος από την πλευράν των Ελλήνων αυτή άλλως τε ήτο και η διαταγή μας προς τούς αντάρτας ενώ απ’ την πλευράν των Ιταλών λόγω τον αιφνιδιασμού τον οποίον υπέστησαν και της απωλείας των βαθμοφόρων δεν υπήρξεν σθεναρά αντίδρασις.
Με τηλεβόας εκαλούμεν τούς Ιταλούς στρατιώτας να παραδοθούν και τους υποσχόμεθα ότι ουδόλως ήθελον φοβηθεί. Με τηλεβόα επίσης εκαλούμεν και τους ομήρους να κινηθούν προς την δυτικήν πλευράν και να περάσουν εις τας γραμμάς μας. Και τούτο αφ’ ενός διότι το έδαφος ήτο πιο βατόν και αφ’ ετέρου η πλευρά αυτή ήτο επηνδρωμένη από κατοίκους του χωρίου, οι οποίοι και τους εγνώριζον. Ενώ η ανατολική πλευρά και δύσβατος ήτο και κατείχετο από αντάρτες του ΕΛΑΣ, οι οποίοι δεν εγνώριζαν προσωπικώς τούς ομήρους.
Πράγματι πολλοί Ιταλοί ήρχισαν να κινούνται προς τας γραμμάς μας με υψωμένας τας χείρας των. Αυτούς, μετά πρόχειρον έλεγχον, τούς κατευθύναμεν εις την περιοχήν Μπαλντούμα, από την δυτικήν πλευράν, κατ εντός της Γαλαρίας, από την ανατολικήν πλευράν.
11. Περί την 18.00 ώραν είχεν παύσει σχεδόν πάσα αντίδρασις των Ιταλών. Παρέμεινε μόνον εγγύς του σημείου Ε μία εστία πρός από έν βαρύ πολυβόλον και έναν βαρύν όλμον υπό την καθοδήγησιν του ιδίου του διοικητού τον τάγματος.
Μεταβάς τότε εις θέσιν Μανδρί Μυλωνά και τεθείς επί κεφαλής μιας Ομάδος της οργανώσεως ΜΙΔΑΣ με επιδεξίαν κυκλωτικήν κίνησιν εκυκλώσαμεν τον όλμον και το πολυβόλον και με εύστοχον πυρ εφονεύσαμεν τον επί κεφαλής διοικητήν του τάγματος, οπότε αμέσως οι άνδρες του όλμου κατ του βαρέος πολυβόλου παρεδόθησαν.
Κατά την ενέργειαν αυτήν ετραυματίσθη ο οπλίτης μου Αθανάσιος Τέγος από σφαίραν εις την ωμοπλάτην την στιγμήν πού όρθιος εφώναζε εις τους Ιταλούς «Avere όπλου γ… τη μάνα σας φρατέλια».
Τούτον μετά πρόχειρον επίδεσιν του τραύματος κατ τον εφοδιασμόν του με σχετικόν σημείωμά μου απέστειλα εις Καστανιάν προς τον ιατρόν Δημάκην, ο οποίος του παρέσχε τας περαιτέρω ιατρικάς περιποιήσεις του και έγινεν καλά.
Μετά την εξουδετέρωσιν και του όλμου με το πολυβόλον έπαυσε κάθε αντίδρασις των Ιταλών, οι ζώντες των οποίων παρεδίδοντο εις οιονδήποτε ένοπλον ή άοπλον αντάρτην ή χωρικόν, οι οποίοι εξεχύθησαν και διεσκορπίσθησαν εις το πεδίον της μάχης διά λαφυραγωγίαν.
Ευτυχώς δε ουδείς εκ των ομήρων έπαθεν ουδέν. Τους αιχμαλώτους υγιείς ή τραυματίας κατευθύναμεν προς το χωρίον και τους συνεκεντριωσαμεν εντός τον σχολείου, όπου τους παρεσχέθη θερμόν ρόφημα, φαγητόν και περίθαλψις υγειονομική εις τους τραυματίας χρησιμοποιηθέντων προς τούτο του Ιατρού και των νοσοκόμων τον τάγματος.
Την πρωίαν της επομένης οι αντάρται του ΕΛΑΣ μετέβησαν εις Αγναντιάν, όπου μετέφεραν και τους Ιταλούς αιχμαλώτους διά μείζονα ασφάλειαν. Εκ της Αγναντιάς τους άφησαν ελευθέρους τας απογευματινάς ώρας της 13/2/1943.
Εγώ με την ομάδα μου παρέμεινα εις την Οξύνειαν διά να συμπαρασταθώ εις τους συγχωριανούς μου, οι οποίοι ανέμενον βεβαίαν πλέον την εκδικητική μανίαν των Ιταλών με μεγαλυτέρας δυνάμεις, όπερ και εγένετο.
Πράγματι μετά τινας ημέρας άλλη δύναμις Ιταλική μεγαλυτέρα τον τάγματος βοηθουμένη από αεροπορίαν και βαρύ πυροβολικόν επέδραμε κατά του χωρίου και επυρπόλησεν όλα. τα σπίτια του.
Αποτελέσματα της μάχης
Α. Απώλειαι
Ιταλοί νεκροί 164.
Ιταλοί αιχμάλωτοι 184.
Ιταλοί διαφυγόντες 6-8 μέσω του δάσους Ριγκλόβου, καθοδηγούμενοι υφ’ ενός
αγροφύλακος.
‘Ελληνες νεκροί 7, οι κάτωθι:
α) Κόκκινος ή Βουλγαράκης Χριστ. με ψευδώνυμον Τσολιάς εκ Τραχανιώτου (Αγ. Τριάδος).
β) Μουτάρας Νικόλαος εξ Οξυνείας.
γ) Λάμπρου Ιωάννης εξ Οξυνείας.
δ) Δήμου Νικόλαος εκ Σταγιάδων.
ε) Κοτσιαλής εξ Αγναντιάς.
στ) Ζήσης Γεώργιος εξ Αγιοφύλλου.
ζ) Παπαδήμας Αθανάσιος εξ Αγιοφύλλου.
Έλληνες τραυματίαι 3, οι κάτωθι:
α) Τέγος Αθανάσιος εκ Κακοπλευρίου.
β) Παπάς Χριστ. εξ Οξυνείας, συλληφθείς και φονευθείς αργότερον υπό των Γερμανών ομού μετά του Φ. Μπλούτσου.
γ) Παπαχρίστος Αθανάσιος εξ Οξυνείας.
Β. Λάφυρα
H ποσότης και το είδος των λαφύρων που περιήλθον εις χείρας μας εκ της μάχης δεν είναι δυνατόν να καθορισθή επακριβώς και τούτο διότι η κάθε μία από τας συνεργαζομένας οργανώσεις ΜΙΔΑΣ, ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ και ο κάθε μεμονωμένος αντάρτης, οπλισμένος ή άοπλος χωρικός, έπαιρνε ό,τι του άρεσε ή του εχρειάζετο χωρίς να δίνη λόγον σε κανέναν ή αναφοράν εις την άλλην οργάνωσιν.
Η οργάνωσις ΜΙΔΑΣ έλαβε τα κάτωθι λάφυρα:
Έναν όλμον μεγάλον, τρεις όλμους μικρούς, έν βαρύ πολυβόλον, οκτώ οπλοπολυβόλα, ατομικά πιστόλια, ατομικά όπλα, χειροβομβίδας, κουβέρτας και άρβυλα.
H οργάνωσις του ΕΛΑΣ ασφαλώς θα έλαβε πολύ μεγαλυτέραν ποσότητα και είδη.
Εν πάντως είναι βέβαιον. Όλον το υλικόν (οπλισμός, είδη στρατοπεδείας κτλ,) του τάγματος περιήλθεν εις ελληνικάς χείρας. Μόνον ο διαχειριστής του τάγματος και οι σιτισταί των λόχων θα ημπόρουν να μας δώσουν πλήρη κατάστασιν κατά ποσότητα και είδος των υλικών που περιήλθεν εις χείρας μας.
Γ. Διδάγματα
Κατά την μάγην της Οξυνείας απεδείχθησαν διά μίαν ακόμη φοράν
αι αρεταί της φιλοπατρίας και του ηρωϊσμού των Ελλήνων.
Απεδείχθη ακόμα το προτέρημα των Έλλήνων να συνενώνωνται προ του κοινού κινδύνου
παραμερίζοντες ιδεολογικάς ή άλλας διαφοράς των.
Κατεφάνη η αξία της ενιαίας Διοικήσεως διά τόν Συντονισμόν ομάδων με
διαφορετικάς απόψεις και η πειθαρχία αυτών εις έναν Διοικητήν.
Κατεδείχθη η μεγάλη αξία της ομοψυγίας και συμπνοίας των Ελλήνων.
H μάχη της Ουξείας είναι μία από τας πολύ ολίγας ίσως μετρώνται εις τα δάκτυλα της μιας χειρός μάχας που έχει να προβάλη η Εθνική Αντίστασις καθ’ ην συνειργάσθησαν αρμονικώτατα και αποδοτικότατα και με λαμπρά αποτελέσματα αντάρται περισσοτέρων της μιας οργανώσεων.
Εκερδήθη η μάχη από τους αντάρτας «Ελληνας, διότι το οργανωμένον Ιταλικόν τάγμα υποτίμησε την αξίαν του αντιπάλου, εν προκειμένω των Ελλήνων.
Ο αιφνιδιασμός εις βάρος των Ιταλών επέτυχε πλήρως. Οι Ιταλοί
δεν είχον καν αντιληφθή ότι τους εστήθη ενέδρα.
H ηγεσία του Ιταλικού τάγματος ενήργησε πολύ επιπόλαια και δεν έλαβε ΟΥΔΕΝ
μέτρον ασφαλείας παρά την ρητήν επιταγήν των Στρατιωτικών Κανονισμών και της
κοινής λογικής. H τοιαύτη παράλειψις του Διοικητού Τάγματος είναι βαρύτατον
παράπτωμα και είναι καλύτερον δι’ αυτόν που εφονεύθη, διότι είμαι βέβαιος αν έζη
θα επερνούσε Στρατοδικειον και θα κατεδικάζετο εις θάνατον. ‘Ίσως και να
εξετελείτο.
Εξαίρεται όλως ιδιαιτέρως η τήρησις αυστηράς εχεμυβείας εκ μέρους των κατοίκων
του χωρίου Οξύνεια, οι οποίοι καίτοι σχεδόν όλοι εγνώριζον την στηθείσαν ενέδραν,
παρ’ ουδενός διέφυγε έστω και η παραμικρά πληροφορία περί τούτου.
Με ηυξημένην διάθεσιν πολεμάει εκείνος που πολεμάει διά την πατρίδα του, διά
την οικογένειά του και τους βωμούς του. Οι ‘Ελληνες αντάρται δι’ αυτά τα ιδανικά
επολέμησαν δι’ αυτό και εμεγαλούργησαν.
H στρατιωτική εκπαίδευσις μειώνει τας απωλείας. Οι δύο εκ των επτά φονευθέντων
Ελλήνων ήσαν νέοι, οι οποίοι δεν είχον υποστή στρατιωτικήν εκπαίδευσιν και δεν
εγνώριζον να φυλαχθούν.
Τέλος οι κάτοικοι της Οξυνείας πιστεύουν ότι εβοήθησαν τους ‘Ελληνας και οι
τιμώμενοι άγιοι του χωρίου τους, οι ναοί των οποίων εβεβηλώθησαν εκ μέρους των
Ιταλών χρησιμοποιηθέντες ως στρατώνες ή όρχοι κτηνών.
Ούτως έχουν περιληπτικώς αλλά απολύτως αντικειμενικώς τα. γεγονότα της Μάχης της Οξυνείας, η οποία συνήφθη την 12ην Φεβρουαρίου 1943 εις την περιοχήν Βελίχα -18ον χλμ. του χωρίου Οξύνεια μεταξύ των συνεργαζομένων ομάδων των αντιστασιακών οργανώσεων ΜΙΔΑΣ, ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ ως και μεμονωμένων χωρικών των χωρίων Οξύνεια, Μεγάλη Κερασιά, Κακοπλεύρι, Σταγιάδες, Αγναντιά, Αγιόφυλλον, Θεοτόκος, Αχλαδέα, Ασπροκκλησιά. Τραχανιώτης (σημ. Ανία Τριάς), Βλαχάβα, Σκεπάρι, Γάβρος και Τσούγκουρο (σημ. ‘Αγιος Δημήτριος) αφ’ ενός και Ιταλικών Δυνάμεων αφ’ ετέρου.
H μάχη αύτη με το νικηφόρον διά τους ‘Ελληνας αποτέλεσμα ήτο η πρώτη εις την περιοχήν της Θεσσαλίας και ανεπτέρωσεν το ηθικόν των Ελλήνων ανταρτών συντελέσασα εις την ανάπτυξιν του κινήματος αντιστάσεως, μειώσασα το ηθικόν των Ιταλών, οι οποίοι μετά τινας ημέρας αφ’ ου ε` εκένωσαν το γωρίον Οξύνεια κάψαντες όλας τας οικίας, εξεκένωσαν και ούτοι την Καλαμπάκαν και συνεκεντρώθησαν εις Τρίκαλα μέχρι τον Σεπτέμβριον του 1943, οπότε η Ιταλία εσυνθηκολόγησεν με τους Συμμάχους και ολόκληρος η Μεραρχία Πινερόλο παρεδόθη εις τους αντάρτας του ΕΛΑΣ εις την Πύλην Τρικάλων. Με τα ορειβατικά πυροβόλα της Μεραρχίας ταύτης συνεκροτήθησαν δύο πυροβολαρχίαι, την μίαν των οποίων διώκει ο υποφαινόμενος μέχρι λήξεως του αγώνος.
«H μάχη της Οξυνείας είναι μία από τας πολύ ολίγας ίσως μετρώνται εις τα δάκτυλα
της μιας χειρός μάχας που έχει να προβάλη η Εθνική Αντίστασις καθ’ ην
συνειργάσθησαν αρμονικώτατα και αποδοτικότατα και με λαμπρά αποτελέσματα
αντάρται περισσοτέρων της μιας οργανώσεων.»ΜΙΔΑΣ - ΕΛΑΣ - ΕΔΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ τα σχόλια να είναι κόσμια και να σέβεστε τους χρήστες